Στον υπεραλδοστερονισμό παράγονται υπερβολικές ποσότητες αλδοστερόνης, μιας ορμόνης που παράγεται από τα επινεφρίδια. Αυτή η υπερβολική παραγωγή οδηγεί σε ανεπαρκή ποσότητα καλίου που οδηγεί σε αύξηση της αρτηριακής πίεσης.
Τις περισσότερες φορές η ασθένεια αυτή είναι πρωτοπαθής και εμφανίζεται πιο συχνά σε γυναίκες ηλικίας 30 έως 50 ετών.
Υπάρχουν δύο τύποι υπεραλδοστερονισμού:
Ο πρωτοπαθής υπεραλδοστερονισμός : προκαλείται από όγκο στα επινεφρίδια,
Δευτεροπαθής υπεραλδοστερονισμός : προκαλείται από αυξημένη παραγωγή ρενίνης.
Η ρενίνη είναι ένα ένζυμο που ρυθμίζει την είσοδο και έξοδο αίματος στα νεφρά.
Η θεραπεία για τον υπεραλδοστερονισμό βασίζεται στον έλεγχο της πίεσης, στην εξάλειψη των υγρών μέσω της διουρητικής φαρμακευτικής αγωγής και σε περιπτώσεις όγκου, την απομάκρυνση.